- Φερρέφαττα
- Φερσέφασσαfem nom/voc sg (attic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Φερρέφατθ' — Φερρέφαττα , Φερσέφασσα fem nom/voc sg (attic) Φερρέφατται , Φερσέφασσα fem nom/voc pl (attic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Περσεφόνη — Χθόνια θεότητα των αρχαίων Ελλήνων. Είναι βασίλισσα του Κάτω κόσμου, πλάι στον σύζυγό της Άδη, και παράλληλα αγροτική θεότητα, κόρη της Δήμητρας, αναφερόμενη με την ιδιότητα αυτή ως Κόρη· μαζί με τη μητέρα της αποτελεί αδιαίρετη δυάδα. Ως… … Dictionary of Greek
Φερρεφάτιον — και Φερρεφατεῑον, τὸ, Α [Φερρέφαττα] ναός ή ιερό αφιερωμένο στην Περσεφόνη … Dictionary of Greek
Φερσέφασσα — και Φερσέφαττα και Φερσεφόνη και Φερσεφονείη και Φερσεφάασσα και αττ. τ. Φερρέφαττα, ἡ, Α βλ. Περσεφόνη … Dictionary of Greek